«Φτωχοί δηλώνουν πως αισθάνονται 68% των συμπατριωτών μας. Αν το ποσοστό ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα που τρεκλίζει, έτοιμη να καταρρεύσει στο πεζοδρόμιο από την ανέχεια. Μας ξεγελούν τα μάτια μας. Αυτό που βλέπουμε δεν είναι αυτό που θα έπρεπε να βλέπουμε; Η μεγαλύτερη πόλη της χώρας καθημερινά πνίγεται στο ιδιωτικό αυτοκίνητο. Τα περισσότερα μεταφέρουν μόνον τον οδηγό.
Και μη μου πείτε ότι η κατάσταση αυτή αφορά μόνον το 30% που δεν αισθάνεται φτωχό. Ούτε οι μαζικές έξοδοι των τριημέρων, ούτε τα γεμάτα καταστήματα εστίασης, ούτε η κίνηση στα ιδιωτικά θεραπευτήρια –αυτό το λέω επειδή το έχω πρόσφατο–, ούτε τα ταξίδια στο εξωτερικό. Αφήνω κατά μέρος την τάση για υπερβολή, την υποκρισία, ή την πολιτική ρητορεία που δεν παύει να φωνάζει ότι η χώρα είναι στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Αν δεν έχει καταρρεύσει ήδη και απλώς δεν το έχουμε πάρει είδηση. Και αποδέχομαι ως υπόθεση εργασίας την ειλικρίνεια όσων δηλώνουν ότι αισθάνονται φτωχοί.
Προσπαθώντας να καταλάβω ποιες είναι οι ψυχολογικές και οι πραγματικές παράμετροι που διαμορφώνουν το αίσθημα. Δεν μπορώ να αγνοήσω την πεποίθηση της πλειονότητας ότι η πτώχευση του 2010 οφείλεται στα μνημόνια. Δεν έφερε η πτώχευση τα μνημόνια. Τα μνημόνια μας έκαναν φτωχούς. Την πεποίθηση την καλλιέργησαν οι πολιτικές δυνάμεις, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι Ελληνες να πιστεύουν ότι μετά το τέλος τους ο χρόνος θα αντιστρεφόταν και θα γύριζε πίσω στο 2008. Είναι τυχαίο ότι το ποσοστό όσων αισθάνονται φτωχοί είναι το ίδιο με το ποσοστό που ψήφισε «Οχι» στο δημοψήφισμα του 2015;
Περιμέναμε να βρέξει πλούτο, αλλά τι κάναμε για να παράγουμε αυτόν τον πλούτο που μας έλειπε ώστε σήμερα να αισθανόμαστε φτωχοί; Μειώθηκε η ανεργία, όμως αυξήθηκαν οι συνταξιούχοι. Η χώρα γερνάει και όσο γερνάει τόσο θα αυξάνεται το ποσοστό αυτών που αισθάνονται φτωχοί.Και επιμένω στο «αισθάνονται», για να τους διαχωρίσω από αυτούς που είναι πράγματι φτωχοί. Υπάρχουν οικογένειες που ζουν κάτω από τα όρια της φτώχειας, άλλες που δεν μπορούν να βγάλουν τον μήνα.
Πώς αντιμετωπίζουν τον συμπολίτη τους που λέει ότι αισθάνεται φτωχός επειδή δεν μπορεί να ικανοποιήσει τον καταναλωτικό του εθισμό; Και πώς αντιμετωπίζουν αυτοί που δηλώνουν ότι αισθάνονται φτωχοί το 30% που ούτε αισθάνεται ούτε είναι φτωχό;
Μια κοινωνία χωρισμένη στα τρία. Η πρώτη
μερίδα στην κορυφή διαθέτει τον πλούτο που της αρκεί. Η δεύτερη, επειδή δεν
διαθέτει τον πλούτο που θεωρεί ότι της αντιστοιχεί, φθονεί την πρώτη και ψάχνει
αντικαταθλιπτικά για να τη μιμηθεί. Και η τρίτη τα παρακολουθεί όλ’ αυτά από τη
φτώχεια της παλεύοντας να επιβιώσει. Ποια πολιτική μπορεί να αντιμετωπίσει το
πρόβλημα; Και το χειρότερο: Ποια πολιτική το έχει αντιληφθεί; Ας μη γελιόμαστε:
σ’ αυτήν την κατάσταση ελλοχεύει το χάος».
(Τ.Θεοδωρόπουλος-ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)
«Η οπλοχρησία στην Κρήτη αντιμετωπίζεται ως μια κάπως γραφική,
τουριστική και ρομαντικοποιημένη εικόνα του «ευγενικού άγριου», που
φιλοτεχνήθηκε από τον Καζαντζάκη και ανακυκλώθηκε μέσα από την εικόνα που το
ίδιο το νησί επέλεξε να δώσει στον εαυτό του. Ομως η πραγματικότητα είναι
διαφορετική. Πίσω από όλα αυτά κρύβεται μια ολόκληρη οικονομία. Είναι η
οικονομία των όπλων, του χασισιού και της κόκας, ανακατεμένη με την οικονομία
των επιδοτήσεων».
(Γ.Ανδρουλιδάκης -Protagon.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου