«Οι λόγοι που η σάτιρα στην τηλεόραση έχει ξεπέσει τόσο είναι προφανείς. Ο φόβος για ένα πραγματικά κοφτερό σχόλιο, ένα σχόλιο που δεν θα χαϊδέψει κανενός το αφτί αλλά θα το ταράξει, θέτει τους κανόνες και καθορίζει το αποτέλεσμα. Το ζητούμενο είναι να μην ενοχλήσουμε και να μην ενοχληθούμε, κινδυνεύοντας να χάσουμε τα κεκτημένα μας. Δεν ξέρω τι είναι αυτό που θα σε κάνει να κάτσεις μπροστά στην τηλεόραση για να παρακολουθήσεις Νίκο Μουτσινά ή Λάκη Λαζόπουλο σήμερα. Για να σχολιάσεις το θέαμα στα κοινωνικά δίκτυα, προσδοκώντας ίσως σε μερικά εύστοχα σχόλια που θα σου δώσουν likes;
Ναι, αυτός θα ήταν ένας λόγος για να περάσεις δύο ώρες μπροστά στην οθόνη βλέποντας ένα πρόγραμμα που δεν φέρει καμία πρωτοτυπία και καμιά φρεσκάδα σκέψης, και εκβιάζει το γέλιο με πράγματα που έχεις δει και ακούσει δεκάδες φορές πριν τα δεις και εκεί, ακόμα μία.
Οι πρεμιέρες αυτών των δύο σόου έδωσαν στην εβδομάδα που μας πέρασε τον τόνο του χιούμορ και της σάτιρας, όπως αποτυπώνεται στην ελληνική τηλεόραση. Μασημένη τροφή, λίγα τραγούδια, μερικοί καλεσμένοι και ένα πολιτικό και κοινωνικό σχόλιο κοινότοπο, χλιαρό και επιφανειακό, εκλαϊκευμένο και λαϊκίστικο στο μεγαλύτερο ποσοστό του, κάποιες φορές σωστό στη βάση του αλλά σίγουρα προσανατολισμένο να πατήσει περισσότερο πάνω στο θυμικό του ακροατηρίου παρά να γαργαλίσει τη βαθύτερη σκέψη και κρίση του..
Το ζητούμενο είναι να μην ενοχλήσουμε και να μην ενοχληθούμε, κινδυνεύοντας να χάσουμε τα κεκτημένα μας, δηλαδή τη θέση μας μπροστά στην κάμερα και τη δυνατότητα να κάνουμε αυτό που η σύγχρονη τηλεόραση, η οποία μας πληρώνει, μας επιτρέπει: ένα παλιακό χιούμορ και μια επιδερμική σάτιρα. Θα ανάψουμε τους προβολείς, θα βάλουμε πίσω μας φόντο ένα φανταχτερό σκηνικό, θα φέρουμε μουσικούς και διάσημους, θα ανασύρουμε αστεία βίντεο από το διαδίκτυο, θα σχολιάσουμε τα τηλεοπτικά προγράμματα των άλλων θρέφοντας λίγο ακόμα την αυτοαναφορικότητα του κουτιού που μας φιλοξενεί, και ενδιάμεσα θα βάλουμε και λίγη κοινωνία και πολιτική, με τον πιο ανώδυνο για εμάς τρόπο.
Φυσικά και θα λαϊκίσουμε όπου μπορούμε, γιατί ξέρουμε ότι έτσι θα
κάνουμε γκελ σε μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων, που θα αναφωνήσουν από τον καναπέ
τους «πες τα μεγάλε!» και θα μας εκθειάσουν στα διαδικτυακά και συνοικιακά
καφενεία μόνο και μόνο γιατί επιβεβαιώσαμε την επιπόλαιη, αβαθή και
ανεπεξέργαστη σκέψη τους».
(Λ.Σταμπούλογλου-protagon.gr)
«Στα τέλη του περασμένου μήνα, πέντε άνδρες, που ως έφηβοι εργάζονταν στα ρινγκ της Παγκόσμιας Eταιρείας Ψυχαγωγικής Πάλης (WWE) στη δεκαετία του 1980, κατέθεσαν μήνυση κατά του παρουσιαστή των αγώνων Μελ Φίλιπς για αποπλάνηση και σεξουαλική κακοποίηση. Ταυτόχρονα, όμως, στράφηκαν και εναντίον των ιδρυτικών στελεχών της WWE, Bινς και Λίντα ΜακΜάν, οι οποίοι αν και είχαν παραδεχθεί πως υποπτεύονταν τον Φίλιπς δεν πήραν μέτρα για να περιορίσουν την πρόσβασή του στα θύματά του. Ο δράστης πέθανε πριν από 12 χρόνια, οι ηθικοί αυτουργοί όμως ζουν και βασιλεύουν: προχθές η Λίντα ΜακΜάν, επί μακρόν στενή συνεργάτις του Ντόναλντ Τραμπ, προτάθηκε για υπουργός Παιδείας.
Η ενοχή της δεν είναι δεδομένη, αλλά υπό
κανονικές συνθήκες η παραμικρή σκιά εις βάρος της θα την καθιστούσε ακατάλληλη
για το πόστο. Για τον νεοεκλεγέντα πρόεδρο, ωστόσο, φαίνεται ότι τέτοιου είδους
καταγγελίες είναι παράσημο. Τουλάχιστον τέσσερις από τους προτεινόμενους
υπουργούς του ενέχονται σε υποθέσεις σεξουαλικής κακοποίησης. Ολες οι
καταγγελίες εις το εξής θα αντιμετωπίζονται ως μυθεύματα και κυνήγι μαγισσών.
Οι θύτες έγιναν θύματα. Για να αποζημιωθούν για την ταλαιπωρία που υπέστησαν,
θα τους δοθεί η εξουσία».
(Ξ.Κουναλάκη-ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου