«Όσοι επεσήμαιναν τις προηγούμενες δεκαετίες τις δομικές παθογένειες του ελληνικού κράτους, τσουβαλιάστηκαν εύκολα κάτω από τον γενικό τίτλο «φιλελέδες». Ήταν εύκολο για κάθε τίμιο αριστερό και κάθε «λαϊκό» δεξιό να αποδομήσει τα επιχειρήματα καθώς όλοι θεωρούσαν ότι «δεν υπάρχει κράτος» αλλά αρνούνταν πεισματικά να δεχτούν οποιαδήποτε αλλαγή. Την οποία απέδιδαν σε θατσερικές εμμονές ή γενικότερα συμφέροντα αγνώστου προελεύσεως. Ακόμη και εξόφθαλμες περιπτώσεις κακοδιαχείρισης, υπερβολικών προνομίων, ατιμωρησίας και αδιαφορίας, δικαιολογούνταν με κάποιον τρόπο.
Όταν και αν επιχειρούνταν αλλαγές εύκολα βαφτίζονταν «επίθεση στα εργασιακά δικαιώματα» ή «δάκτυλος του μεγάλου κεφαλαίου» με τους πολίτες να δέχονται στωικά ως φυσιολογικότητα το να επιδοτείται η συνδικαλιστική οργάνωση για να απεργεί κατά της εταιρείας ή να εργάζεται «μέχρι τις 11» η δημόσια «υπερεσία». Θεωρούσαμε δικαίωμα των εργαζομένων να απεργούν (συνήθως πριν από τριήμερο) και να πληρώνονται ή να λαμβάνουν δικαιωματικά το «επίδομα έγκαιρης προσέλευσης» ή το κορυφαίο «επίδομα πλυσίματος χεριών».
Στο σύνολό της η δημόσια διοίκηση έχει δομηθεί ως ένα απέραντο φρενοκομείο. Οι Δημόσιοι Υπάλληλοι που ήταν χρεωμένοι με εποπτικά καθήκοντα, έκαναν πλημμελώς τη δουλειά τους. Με το αζημίωτο πάντα. Όσοι από την άλλη μεριά έπρεπε να εξυπηρετούν τους πολίτες-επαγγελματίες, απέκτησαν σταδιακά μια μορφή εξουσίας επάνω τους. Η εξυπηρέτηση δεν ήταν δεδομένη αλλά εναπόκειτο στην καλή θέληση του υπαλλήλου. Ο οποίος μάλιστα μπορούσε να «έχει πεταχτεί κάπου για λίγο. Περάστε αύριο».
Σ’ αυτό το κύμα της κοινωνικής απαίτησης για μεταρρυθμίσεις ανέβηκε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Έκανε διάφορες τομές και επιχείρησε να αλλάξει δεδομένα δεκαετιών. Όπου όμως συνάντησε σθεναρή αντίδραση από «σκληρούς κ%^$όληδες», αποφάσισε ότι μπορεί να αφήσει τις αλλαγές γι’ αργότερα. Όπως συνήθως συμβαίνει όταν πατάς σε δυο βάρκες, απογοήτευσε τους πάντες. Και εκείνους που δεν ήθελαν ν’ αλλάξει τίποτα αλλά και εκείνους που ζητούσαν «αλλαγή εδώ και τώρα».
Το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη αποκάλυψε και πάλι ένα μέρος από το μπάχαλο που επικρατεί κατά κανόνα στη χώρα. «Πάλιουρες» που ήθελαν να κάνουν αμέριμνοι τριήμερο, άσχετος υπάλληλος - ρουσφέτι που ήξερε ότι πρέπει να «πήξει» μέχρι να παλιώσει κι αυτός, ένας γιατρός που χορήγησε αναρρωτική χωρίς εξέταση, ένα μαγικό χέρι που έσβησε το παρουσιολόγιο με μπλάνκο και δεκάδες στελέχη με παχυλούς μισθούς αλλά χωρίς αξιολόγηση και ευθύνες για τίποτα.
Τώρα όλοι ζητούν αλλαγή. Όλοι ζητούν αξιοκρατία, όπως γίνεται «σε κάθε δυτικό κράτος». Δεν θέλουν όμως ν’ ακούσουν ούτε κουβέντα γι’ αξιολόγηση. Αρνούνται να δεχτούν τον έλεγχο από τις φασιστικές κάμερες, ακόμη και αν είναι νομοθετικά κατοχυρωμένες. Δεν δέχονται ότι υπάρχει άλλη γνώμη, οπότε υποχρεωτικά απεργούν όλοι άμα το αποφασίσει το σωματείο και κλείνουν τους δρόμους και τις επιχειρήσεις θεωρώντας ότι μπορεί να είναι μια χούφτα συνδικαλιστές αλλά εκφράζουν «παλλαϊκά αιτήματα ή θα έπρεπε να εκφράζουν αλλά «ο κόσμος δεν καταλαβαίνει το συ(ν)φέρον του».
Τίποτε δεν θ’ αλλάξει. Η δικαιοσύνη θα συνεχίσει να αφήνει ανενόχλητους τους φτωχοδιάβολους κλέφτες χαλκού και επίσης θα αποδέχεται ως φυσιολογικό το να δουλεύουν ανενόχλητοι οι μεγαλέμποροι-κλεπταποδόχοι. Οι συνδικαλιστές που αντιδρούσαν στην εγκατάσταση τηλεματικής θα κουνούν το δάχτυλο και θα εμφανίζονται δικαιωμένοι γιατί «τα έλεγαν». Οι δε αποφάσεις των δικαστηρίων θα συνεχίσουν να κρατούν ομήρους για δεκαετίες τους πολίτες. Αθώους και ενόχους.
Οι πολιτικάντηδες θα συνεχίσουν να κάνουν ρουσφέτια και οι πολίτες (που κατακεραυνώνουν τέτοιες πρακτικές) θα φιλούν το χέρι του βουλευτή για μια θέση μετακλητού για τα παιδιά τους. Οι δημοσιογράφοι και οι τηλεμαϊντανοί θα συνεχίσουν το μεγάλο ταξίδι τους στον γελοίο λυρισμό. Δραματικές μουσικές θα ντύνουν τα ρεπορτάζ τους. Εικασίες και υπερβολές μέχρι να ξεχαστεί το θέμα.
Και όταν ξεχαστεί; Όσοι λίγοι-nerds της
αλήθειας επιμένουν να αναφέρουν τη γελοιότητα της κατάστασης θα χαρακτηρίζονται
γραφικοί. Εκτός από φιλελέδες. Μέχρι την επόμενη αφορμή για να πέσουμε
συλλογικά από τα σύννεφα. Μέχρι την επομένη αποτύπωση της τραγωδίας. Μιας
τραγωδίας που δυστυχώς είναι συνεχής».
(Απόσπασμα άρθρου του Στ. Ζαχαρού από την ΑΤΗensvoice)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου