«Αύριο θα είναι η μεγάλη ημέρα των αφιερωμάτων στον αγώνα της Ουκρανίας για ελευθερία, ανεξαρτησία και δημοκρατία. Θα διαβάσουμε, θα δούμε και θα ακούσουμε πολλά, θα συγκινηθούμε και θα νιώσουμε περηφάνια για αυτόν τον συγκλονιστικό λαό, έναν λαό που, παρά την ασύλληπτη υπεροπλία του αντιπάλου, δεν το ’βαλε ούτε στιγμή κάτω, δεν λιγοψύχησε, δεν πέρασε από το μυαλό του να διαλέξει τον εύκολο δρόμο, δεν έκατσε να το «διαπραγματευτεί» με τον δυνάστη του και να μιλάει για «ειρήνη», αλλά είπε: «Alors, c’est la guerre», είπε: «I need ammunition, not a ride», και είπε: ΟΧΙ.
Ναι, θα είναι μια καλή ημέρα η αυριανή, μια μέρα υπερηφάνειας. Ένας χρόνος από την ιταμή εισβολή των Ρώσων, ένας χρόνος ένδοξου και νικηφόρου πολέμου για την Ουκρανία, ένας χρόνος που σφυρηλάτησε —ακριβώς χάρη και μόνο στη γενναιότητα των Ουκρανών, λαού, στρατού και ηγεσίας, και στις ιστορικές νίκες τους— ακόμη δυνατότερους δεσμούς ανάμεσα στα Δυτικά έθνη και στους ισχυρούς, ακατάλυτους θεσμούς τους, δεσμοί που βέβαια την επαύριο του πολέμου θα γιγαντωθούν, και δη σε βαθμό που θα καταπλήξει πολύ δυσάρεστα όλα τα απολυταρχικά κράτη του πλανήτη, τις κρατικές συμμορίες που κρατούν σκλαβωμένη, δεμένη με αλυσίδες, τη μισή ανθρωπότητα, και που έχουν για θαυμαστές τους μόνο κάτι ταλαίπωρες ψυχές.
Στο μεταξύ όμως, και μέχρι την αυριανή ένδοξη ημέρα, ας κλίνουμε για ένα λεπτό το γόνυ στους πάνω από 100.000 νεκρούς στρατιώτες που έπεσαν στις μάχες απέναντι στις ορδές των μισθοφόρων, στους πολύ περισσότερους τραυματίες, στρατιώτες και αμάχους —δεκάδες χιλιάδες από τους οποίους έχασαν ένα ή περισσότερα μέλη και είδαν τη ζωή τους να αλλάζει άρδην—, στους νεκρούς της Μαριούπολης που ποτέ δεν θα μετρηθούν όλοι τους, στα 8 εκατομμύρια Ουκρανούς πρόσφυγες στις ευρωπαϊκές χώρες, και στα άλλα 10 εκατομμύρια Ουκρανούς που άλλαξαν πόλη μέσα στα σύνορα της πατρίδας τους — μιάμιση Ελλάδα άνθρωποι.
Ας σκεφτούμε για μια-δυο στιγμές όλες τις δουλειές που χάθηκαν, όλα τα βιβλία που έμειναν μισογραμμένα, όλα τα σπίτια που έμειναν με ακρέμαστες τις κουρτίνες, όλα τα δώρα που δεν δόθηκαν, όλα τα φαγητά που δεν μαγειρεύτηκαν και τα τραπέζια που δεν στρώθηκαν για φίλους, όλα τα μηνύματα με γελάκια και καρδούλες που δεν στάλθηκαν στο κινητό: αυτά τα μικρά πράγματα που κάνουν τη ζωή του ανθρώπου να αξίζει.
Ας σκεφτούμε μόνο για τόσο δα τα εκατοντάδες χιλιάδες ζωάκια που τσακίστηκαν, έλιωσαν, διαμελίστηκαν, πήδηξαν από τα ρετιρέ, το ’σκασαν, πείνασαν, δίψασαν, τα πάτησαν τα αυτοκίνητα, έμειναν χωρίς φάρμακα και εμβόλια, έμειναν χωρίς τους ανθρώπους τους, σπάσανε χέρια, πόδια και κεφάλια, και αποτρελάθηκαν.
Ας σκεφτούμε μια στάλα τη γη, που από χρυσαφιά και αφράτη έγινε ένα κομμάτι της Κόλασης, γδαρμένη και χιλιοτρυπημένη, γεμάτη καμένα σίδερα και πολεμικά σκουπίδια που δεν είναι ούτε για τη χωματερή, ποτισμένη χημικά, με τα νερά της φρικτά φαρμακωμένα, παντού σπαρμένη νάρκες κάθε λογής — η τελευταία τους θα σκοτώσει έναν μαθητή με μελαγχολικά μάτια κάπου δέκα χρόνια από σήμερα καθώς θα μαζεύει παπαρούνες.
Ας σκεφτούμε το βάρος της ΠΙΚΡΑΣ 45 εκατομμυρίων ψυχών, και την αδιανόητη ΑΔΙΚΙΑ που νιώθουν μέσα στην ψυχή τους. Κι αυτό το δικαιολογημένο ΜΙΣΟΣ που σε γεμίζει δύναμη και πείσμα.Κυρίως όμως, ας έρθουμε για λίγα δευτερόλεπτα, στα ψέματα, στη θέση τους.
Χωρίς σπίτι, χωρίς εκείνο το στρωμένο τραπέζι, με τις κουρτίνες μας ακόμα στις τσάντες από το μαγαζί, με τη γάτα μας ξεκοιλιασμένη, με το σκυλί μας να τρέχει με τρία πόδια τρελό σε ένα χωράφι που κάποτε ήταν περιβόλι, με το πόδι μας να μοιάζει αποκριάτικη σερπαντίνα από το γόνατο και κάτω, με μια τρύπα στην κοιλιά μας γεμάτη πράγματα που δεν είναι φτιαγμένα για να φαίνονται, και με ένα προσφάτως αποφυλακισμένο γουρούνι να βιάζει το παιδί μας πριν του ανοίξει το κρανίο στα δύο.
Αυτό να κάνουμε —για λίγα δευτερόλεπτα, στα ψέματα—, και μετά
οκέι ας ξαναμπούμε στο Facebook για χαβαλέ».
(Απόσπασμα άρθρου του Κ.Αθανασιάδη από την ΑΤΗensvoice)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου