«Μια αγέλη εφήβων με άρνηση ενηλικίωσης. Μια κλάκα που λατρεύει τον αρχηγό της. Ενας αρχηγός που μονοπωλεί το σόου. Οι υποτελείς κολλητοί του παρευρίσκονται σαν κονσέρβα γέλιου – σιγοντάρουν και επικροτούν. Ανέκδοτα, χοντρές φάρσες και τρολιές.
Το είδος του αγορίστικου χιούμορ, που οι Αμερικανοί ονομάζουν «αποδυτηριακό» γιατί υπακούει στους κώδικες –και στις ορμόνες– του περίκλειστου κόσμου των ισοβίως άγουρων αρσενικών. Αυτή ήταν η δημοφιλής φόρμα στην οποία οφείλει τη σταδιοδρομία του ο Αντώνης Κανάκης.
Αλλά, οκέι. Ετσι είναι η τηλεόραση. Μαζικό θέαμα. Δεν περιμένουμε από αυτήν ψαγμένο σαρκασμό. Για τα στάνταρ του κλάδου, ο Κανάκης είναι σοβαρός επαγγελματίας. Σοβαρός πωλητής φτηνής πλάκας. Η σκιά που τον βαραίνει από προχθές τού χαλάει τη δουλειά. Οχι επειδή του αξίζει που πολλοί τον λιθοβολούν ως συνένοχο. Αλλά, αντικειμενικά, και μάλλον άδικα, το πρόσωπο του διασκεδαστή έχει συνδεθεί συνειρμικά με κάτι πολύ βάναυσο.
Πώς να γελάσεις πια με το σημαδεμένο κόλπο; Ακόμη και το ίδιο το σκηνικό του σόου –η κενή θέση στο πάνελ– θυμίζει το έγκλημα που συντελέστηκε εκτός σκηνής από κάποιον που μπορεί να μην ένιωθε την άνεση να το διαπράξει, αν δεν τον είχε ντοπάρει η οίηση της «κουλ» τηλεδιασημότητας .Κομμένα, λοιπόν, τα γέλια.
Ομως, και πριν από την αστοχία
ανθρώπινου υλικού, το αστείο είχε ξινίσει. Ξεχειλωμένη από την πολυχρησία, η
φόρμα είχε πια ανάγκη από πολλά διαλείμματα ηθικολογικής κοινοτοπίας. Για να
σταθεί, ο πλακατζής γινόταν δικαστής, που αγανακτεί με το σύστημα. Η «εξωγήινη»
εμπειρία του επαγγελματία της πλάκας».
(Απόσπασμα άρθρου του Μ. Τσιντσίνη από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου