«Είμαι
στο καφέ που βρίσκεται μέσα στο λιμάνι του Βόλου, έχει έναν ωραίο ήλιο
οπότε φοράω γυαλιά. Κάποια στιγμή περνάει ένας πλανόδιος λαχειοπώλης
διαλαλώντας την πραμάτεια του. Τελευταία σειρά φωνάζει, κληρώνει απόψε
3.000.000. Λέω μέσα μου άνεργη είσαι,
στο στόχαστρο πολλών είσαι , δεν τον φωνάζεις μπας και…
Με πλησιάζει λοιπόν,
παίρνω τα λαχεία και βγάζω να τον πληρώσω. Μου λέει βγάζετε λίγο τα γυαλιά σας;
Τα βγάζω, με κοιτάει κάπως και μετά γελάει.– Είσαι αυτή που νομίζω ε;– Αυτη του
απαντώ αμήχανα. – Πάρε τη σειρά δώρο από μένα κυρία μου , να κερδίσεις απόψε να
τους γ@@@ όλους. Συγνώμη κιόλας που μιλάω έτσι , αλλά μπλέξαμε άσχημα μ’
αυτούς. Εγώ δεν πολυπαρακολουθώ τα πολιτικά, λαχεία πουλάω στο δρόμο χρόνια,
πολλά γράμματα δεν ξέρω, αλλά τούτοι εδώ θα μας απαγορεύσουν οπου νάναι και να
σκεφτόμαστε. Μισούν κυρία μου όσους δεν είναι μαζί τους. Κάντε κάτι όσοι
δημοσιογράφοι μπορείτε μπας και ξυπνήσουμε. Από τα διπλανά τραπέζια κάποιοι του
φώναζαν πέστα, πέστα.
Κάποιοι άλλοι τον στραβοκοίταξαν βέβαια αλλά ήταν
λιγότεροι. Ξαναέβαλα βιαστικά τα γυαλιά μην πάρει χαμπάρι και ο κόσμος ότι
έτρεχαν τα μάτια μου και τον ευχαρίστησα με ένα κόμπο. Δεν ξέρω αν ήταν από τη
συγκίνηση που ένας βιοπαλαιστής μου χάρισε το μεροκάματο του, ή από ένα γμτ για
όλα, ή από μια αναπάντεχη ελπίδα. Μπορεί και όλα μαζί μάλλον. Δεν
κέρδισα το λαχείο εκείνο το βράδυ, αλλά νοιώθω κερδισμένη!
Συμπέρασμα; Αυτή η
κοινωνία εκεί έξω στην πραγματική ζωή είναι πιο μπροστά από όλους μας. Ένα
νεύμα περιμένει, έναν μοχλό να τον τραβήξει για να πάρει μπροστά. Αυτή η
κοινωνία είναι το πραγματικό καθοδηγητικό όργανο…»
(Κατερίνα Ακριβοπούλου F/B)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου