«Για
τη διευθύντρια Πολιτισμού του Ιδρύματος Ωνάση, που είχε την ευθύνη για την
παραγωγή στη Βασιλίσσης Σοφίας, το θέμα είναι πιο σοβαρό. Οσοι δυσφόρησαν
ψάχνουν, σύμφωνα με την Αφροδίτη Παναγιωτάκου, παρηγοριά στη νοσταλγία –
«εξωραΐζουν το παλιό», τη μετακατοχική Ελλάδα του ’50, τότε που «ο κόσμος
έτρωγε ποντίκια». Οσοι, αντιθέτως, χάρηκαν με τη φαντεζί λιτότητα, είναι οι
«νεότερες γενιές», το «κοινό της Στέγης», η οποία «υποστηρίζει τον σύγχρονο
πολιτισμό» και προτείνει τη «σύγχρονη αισθητική».
Η Παναγιωτάκου επιβεβαίωσε
έτσι την αρχική υποψία ότι, μέσω και πέραν του στολισμού, επιδιωκόταν μια
«δήλωση» – η εγκατάσταση μιας πολιτιστικής ατζέντας. Είναι άλλο να υπηρετεί
αυτή την ατζέντα ο οργανισμός που διευθύνει η Παναγιωτάκου· και άλλο αυτή να
προβάλλεται αξιωματικά στον δημόσιο χώρο και μάλιστα να φορτίζεται ως πεδίο
πόλωσης μεταξύ προοδευτικών και οπισθοδρομικών. Είναι άλλο να πηγαίνεις εσύ στη
Στέγη. Και άλλο να σου έρχεται η Στέγη στο κεφάλι.
Τι είναι η αποστολή που έχει
αναλάβει το Ιδρυμα Ωνάση, ως φύλακας ενός εθνικού θησαυρού – του αρχείου
Καβάφη· δημόσια ή ιδιωτική; Σε τίνος το γούστο υπόκειται; Και τι είναι η
απόφαση της προηγούμενης κυβέρνησης να απαλλάξει το Ιδρυμα από τον ειδικό φόρο
στην ακίνητη περιουσία του, αναδρομικά από το 2013 – απαλλαγή που η παρούσα
κυβέρνηση επέκτεινε σε όλα τα ιδρύματα, με προχθεσινή τροπολογία; Ποιος
ευεργετεί και ποιος ευεργετείται;»
(Απόσπασμα
άρθρου του Μ.Τσιντσίνη από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)
«Έλληνες που φεύγουν δεν ζητούν έναν χρόνο
επιδοτούμενης αμοιβής. Ζητούν αξιοκρατία, επιλογές καριέρας, αξιόπιστο θεσμικό
και φορολογικό περιβάλλον, ένα κράτος που υπηρετεί και δεν καταδυναστεύει,
ποιοτικές υποδομές παιδείας και υγείας, μια χώρα στην οποία δεν θα χρειάζεται
να παλεύουν με τα θηρία για τα αυτονόητα».
(Αλ.Σκούρας-liberal.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου