«Στην ίδια χρονική περίοδο, αργά αλλά σταθερά οι λέξεις
«παιδεία» και «καλλιέργεια» εξορίστηκαν από το λεξιλόγιό μας ως κριτήρια
αξιολόγησης για να παραχωρήσουν τη θέση τους στη λέξη «κουλτούρα». Φορείς της
«κουλτούρας» δεν ήσαν οι καλλιεργημένοι. Ησαν οι κουλτουριάρηδες. Κάτι τύποι
που μιλούσαν και έγραφαν χωρίς να χρειάζεται να καταλάβεις τι λένε αφού ούτε οι
ίδιοι το καταλάβαιναν. Ησαν όμως απαραίτητοι για τη διακόσμηση μιας χώρας που
έπαιζε το show του
εκσυγχρονισμού της, και βέβαια φρόντιζαν για την επιβίωσή τους και την
αναπαραγωγή τους.
Φρόντιζαν να είναι πάντα στη σωστή πλευρά των χαρακωμάτων. Ως
καθηγητές κολάκευαν τους φοιτητές τους και ως δημοσιολογούντες το περιθώριο που
για δεκαετίες ολόκληρες αντιμετωπίστηκε ως πυρήνας κοινωνικής προόδου. Ηταν το
μεγάλο γλέντι της «θολοκουλτούρας», οι δικές μας «Νεφέλες».
Το γλέντι έβγαλε
άπειρες θεατρικές παραστάσεις, κινηματογραφικές ταινίες, χιλιάδες τυπωμένες
σελίδες, μουσικές και τραγούδια. Γέννησε και τη νέα Αριστερά που εκστασιάζεται
με τον Μπαντιού και τον Ζίζεκ, τα τερατάκια που κατέστρεψαν την Αθήνα το 2008,
τρομοκρατικές μαζώξεις, τη δικαιοσύνη του «Ρουβίκωνα» και την επιδημία των
καταλήψεων. Κατέλαβε τα πανεπιστήμια και η χάρη του έφτασε ώς τις σχολικές
τάξεις. Εκεί ο προβληματισμός ανετέθη στους παιδαγωγούς.
Τι να διδάξουμε στα
παιδιά; Να διδάξουμε αρχαία; Βρε παιδί μου, ξεπερασμένο είναι. Να διδάξουμε
τους σύγχρονους κλασικούς; Μα τι λέτε τώρα, ο κόσμος προχωράει, είναι γεμάτος
προκλήσεις. Είναι δυνατόν ένα παιδί να τελειώσει το λύκειο και να μην ξέρει την
αξία της διεμφυλικής τατότητας ώστε να μπορεί να ρίξει μια σφαλιάρα στους
οπισθοδρομικούς γονείς του που θα τη θυμούνται σ’ όλη τους τη ζωή;
Ειλικρινά,
διερωτώμαι: Μήπως τρελαθήκαμε. Ποιος δεν θέλει να επικρατήσει ο Νόμος και η
Τάξη; Η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών θέλει να μπορεί να γυρίζει σπίτι
χωρίς φόβο. Θυμάμαι τα προηγούμενα χρόνια, όταν όποιος ξένος ερχόταν στην
Ελλάδα εντυπωσιαζόταν από το γεγονός ότι περπατούσαμε στους δρόμους της Αθήνας
τα ξημερώματα χωρίς κανένα φόβο.
Σήμερα, ακόμα και η Πανεπιστημίου, μετά τα
επεισόδια του Δεκεμβρίου 2008, είναι ένας νεκρός δρόμος με κατεβασμένα τα ρολά
και δεν θυμίζει τίποτα από μια ευνομούμενη πρωτεύουσα, όπως οι υπόλοιπες της
Ευρώπης.Με ανακοίνωσή του ο κ. Χρυσοχοΐδης σημειώνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να
ξεχαστούν τα έργα της διακυβέρνησής του, κάνοντας θόρυβο και χαρακτηρίζει
ακραία, σκοτεινή και ανυπόφορη σε θέματα ασφάλειας την τετραετία του ΣΥΡΙΖΑ.
Παράλληλα, τονίζει ότι ακραία καταστολή αποτελεί «οι τραμπούκοι να εξουσιάζουν
Πανεπιστήμια, οι απόλυτες μειοψηφίες πλατείες και γειτονιές, οι εγκληματίες περιοχές
ολόκληρες».
(Απόσπασμα άρθρου του Α.Δρυμιώτη από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου