«Τον θυμάμαι. Σε μια διαδρομή λίγων μέτρων. Στην ίδια και ίδια σκηνή. Είναι μέσα στο φιλμ της δικής μου ζωής, αν και δεν έχω ούτε τόσο δα φυσική παρουσία στη δική του. Λαθρεπιβάτης του ήμουν μια ζωή. Τον θυμάμαι να περπατάει σαν αφιερωμένος, σαν υπνωτισμένος σε στόχο. Αλλού και μέσα του μαζί. Μετά ο Ιακώβου του έδινε μερικά χαστουκάκια. «Εδώ είσαι!». Μάτι με μάτι κοιτάζονταν. Σπίθα με σπίθα. Μετά ανέβαινε σκαλοπατάκια. Μετά… Αυτό, ρε γαμώτο, ήταν μεγάλη αδικία από πλευράς μου… Ήμουν σίγουρη ότι θα κερδίσει. Σίγουρα θα έχασε και μερικές φορές. Μα ο Πύρρος καταγράφηκε στην ψυχή μου να σηκώνει ό,τι βάρος του λάχαινε!
Τον θυμάμαι να χαίρεται σαν μικρό παιδί. Τελεία! Ούτε τόσο δα να ξεφεύγει πάνω στη χαρά, ρε αδελφέ. Χαρά καθαρή μικρού παιδιού. Ο άνθρωπος δεν δοκιμάζεται μόνο στον πόνο… Στο μεθύσι της επιτυχίας δοκιμάζεται περσότερο.
Τον θυμάμαι να μας διηγείται κομμάτια από τη ζωή του. Τη ζωή της Αλβανίας του Χότζα. Δεν χρειάζεται να ρίξω ούτε μια ματιά σε αρχεία για τα λόγια του. Τα έχω καταγράψει… Τόσο εντύπωση που έκανε «η πείνα», η «φτώχεια», η «έλλειψη ελευθερίας» μιας χώρας τριπλομανταλωμένης σε μια Ελλάδα χορτασμένη και ελεύθερη.… Και μεις μπανιστιρτζήδες, ηδονικά κοιτάζαμε μέσα από τις λέξεις του:
«Μας έδειχναν τα φώτα στην Ελλάδα τα βράδια και μας έλεγαν «Τα βλέπετε! Εκεί δουλεύουν οι άνθρωποι και τις νύχτες ακόμα! Να ξέρετε πόσο τυχεροί είστε στην Αλβανία» ή «Το Πάσχα βάφαμε κόκκινα αυγά κρυφά και μετά καίγαμε ακόμα και τα τσόφλια στο τζάκι να μην τα βρούνε» ή... ή... ή... Βλέπεις! Τόσο εντύπωση που μου έκαναν τα θυμάμαι!
Τον θυμάμαι να αφοσιώνεται στην οικογένειά του. Να μην φθηναίνει, να μην ξιπάζεται, να μην φλυαρεί, να ενεργεί πάντα ως παλαιοπλούσιος!
Τον είδα χθες στην τηλεόραση. Μια Ελλάδα άλλαξε στα χρόνια… Αγνώριστη. Όλοι μας αλλάξαμε στα χρόνια. Αγνώριστοι. Ο Πύρρος ίδιος. Τα γνωστά μας μάτια. Το ίδιο γλυκό βλέμμα. Ευρύχωρο. Αυτό ακριβώς. Τι είδε και τι δεν είδε! Και μίλησε από ψυχής. Δεν αναμεταδίδω τα λόγια του. Το συναίσθημα δεν είναι λόγια. Είναι ματιά και άγγιγμα. Είναι οι λέξεις που ξεχειλίζουν από τις σιωπές. Αυτές κυρίως. Και μετά… Ποιος; Αυτός ο γίγαντας… «Φοβάμαι. Πρώτη φορά. Όχι για μένα για τα παιδιά μου». Και ήταν σαν πρώτη φορά να του άλλαξα τον ρόλο της καταγραφής μου. Ήταν αυτός που μας έδινε τα χαστουκάκια και όχι ο Ιακώβου στον Πύρρο. Στα δικά μας μούτρα έριχνε χαστουκάκια. Χαστουκάκια αφυπνιστικά, χαστουκάκια «Ξύπνα!». Χαστουκάκια «Η τύχη σου είναι στα δικά σου χέρια». Χαστουκάκια «Μπορείς!». Και μετά ρίξαμε με τον Πύρρο παρέα ένα κλάμα. Ακόμα μια φορά, όλα μαζί τα κάναμε….Μια ζωή λαθρεπιβάτες στην ψυχή του.
Υ.Γ1: Ο Πύρρος Δήμας τάχθηκε υπέρ του ΝΑΙ
Υ.Γ2: Να φοβάσαι τους ανθρώπους που δεν φοβούνται όταν παίζουν με τις τύχες των άλλων».
(Άρθρο της Ρ.Βιτάλη από το protagon.gρ).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου