«Άκου Ιάσονα,
Ο παππούς μου ήρθε από τη Σμύρνη μικρό παιδί το 22 και δούλεψε
– όσο πρόλαβε να ζήσει – φορτοεκφορτωτής στο λιμάνι του Πειραιά. Αφού έφυγε,
πήρε τα ηνία η γιαγιά μου και έγινε μοδίστρα για να ζήσει τέσσερα παιδιά. Δεν
ήταν όμως κανένας τους λαϊκός δικαστής.
Ο πατέρας μου κουβαλούσε κλουβάκια για πουλιά από τα έξι του
και για να παντρευτεί και να τους φτάνουν τα χρήματα με τη μητέρα μου άνοιξε
δικό του μαγαζί. Κατασκεύαζε εξαρτήματα πλοίων. Από αυτό το μαγαζί, σπούδασε
τρία παιδιά. Και αυτός έφυγε πριν προλάβει να πάρει σύνταξη Ιάσονα. Δεν ήταν
ποτέ σε συνδικαλιστική οργάνωση ή κόμμα.
Εμείς, η τρίτη γενιά, δουλεύουμε στον ιδιωτικό τομέα Ιάσονα.
Οι δύο από εμάς στο εξωτερικό σε πολυεθνικές εταιρείες. Ο τρίτος είναι ακόμα
Ελλάδα.
Όταν Ιάσονα οι σύντροφοι του αδερφού σου κάναν καταλήψεις, εγώ
έφερνα γλυκά ή παρακάλαγα για να πάρω άδεια εισόδου στο γραφείο μου και να
βγάλω δουλειά για το διδακτορικό μου ή να τελειώσω κάποιο παραδοτέο ερευνητικού
έργου το οποίο καθυστερούσε όλη την κοινοπραξία. Κάποιες φορές, έμπαινα κρυφά
μέσα από τις υπόγειες στοές που ενώνουν κτίρια μεταξύ τους στην
πανεπιστημιούπολη και φρόντιζα να κάνω ησυχία για να μη με ακούσουν. Ξέχασα να
σου πω επίσης, πως άμα οι σύντροφοι σου έκαναν κατάληψη στην πρυτανεία, εγώ δεν
πληρωνόμουν γιατί οι διοικητικοί υπάλληλοι δεν μπορούσαν να εκδώσουν τις
εντολές πληρωμής για τις υποτροφίες. Και δεν ήμουν μόνος: ήμασταν και είμαστε
πολλοί Ιάσονα.
Τώρα Ιάσονα είμαι στη Γερμανία και αναπνέω ελευθερία. Και το
χρωστάω σε εσένα και στους υπόλοιπους κρατικοδίαιτους που χάρη στην ακόρεστη
δίψα σας για αδικαιολόγητα προνόμια, αλώσατε μια χώρα. Και παρά τη ζημιά που η
φάρα σας πήγε να κάνει το πρώτο επτάμηνο, εγώ το πρόσωπό μου το κράτησα. Με
νύχια και με δόντια, αλλά το κράτησα. Κράτησα για τον εαυτό μου και την
οικογένεια μου –και για παλιούς συνεργάτες και φίλους – την εικόνα ότι κάποιοι
Έλληνες ανήκουν ακόμα στην Ευρώπη.
Εσύ διόρισες μία ολόκληρη οικογένεια (έστω και ως μετακλητούς)
στο Δημόσιο με βάση τα αγωνιστικά σας παράσημα, εγώ είμαι περήφανο μέλος μιας
οικογένειας που δεν είχε ούτε έναν κομματικά διορισμένο άνθρωπο στο παλμαρέ
της. Και δε μας χαλάει αυτό. Κάθε μέρα, βάζουμε και ένα πετραδάκι στη ζωή,
χτίζουμε τη φήμη μας και την καριέρα μας και επαναευφερισκουμε τον εαυτό μας.
Αυτά είναι τα δικά μας αγωνιστικά παράσημα Ιάσονα. Μπορεί να
μην είναι αριστερά αλλά είναι ιδρωμένα και ξενυχτισμένα. Και είμαστε τόσο μα
τόσο περήφανοι που δε πάθαμε υπερκόπωση από την οργάνωση καταλήψεων Ιάσονα. Και
είμαστε ακόμα πιο περήφανοι που μπορούμε να σε κοιτάμε Ιάσονα και να σε
φτύνουμε. Γελώντας. Οικογενειακώς.
Δε χρωστάμε σε κανέναν Ιάσονα. Δεν σκύψαμε το κεφάλι ποτέ και
δε γλείψαμε κανέναν. Ποτέ. Είμαστε η σιωπηλή πλειοψηφία που ακόμα το παλεύει.
Που θεωρεί το να είσαι κομματικό στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ ως προσβολή και όχι ως
τιμή.
Όμως ξέρεις κάτι Ιάσονα: Έχουμε και κάποια κοινά. Και εμένα η
πολιτική με ενδιέφερε και με ενδιαφέρει. Είμαι και εγώ μέλος πολιτικού
κόμματος. Ενός πολύ πολύ μικρού, το οποίο δεν έχει βάλει ούτε έναν στο δημόσιο.
Και είμαι μέλος γιατί είμαι σίγουρος πως αν εκλεγόταν ποτέ, δε θα έβαζε ούτε
έναν. Ούτως ή άλλως αν μάθαινα ότι διόριζε έστω και έναν, θα αποχωρούσα:
ελεύθερα, όπως και ελεύθερα εντάχθηκα. Και για αυτό ακόμα, μπορώ να σε λοιδορώ
διπλά.Ξέρεις γιατί κοντά στα 40 μου εντάχθηκα; Γιατί δεν μπορούσα να
βλέπω εσένα και τη φάρα σου να καταδυναστεύετε την πατρίδα μου Ιάσονα.
Τέλος μία συμβουλή Ιάσονα. Φιλική και αδερφική αν θες. Θα
μπορούσα να είμαι ο μεγαλύτερος αδερφός σου, οπότε διάβασέ την. Μη μας μοστράρεις τις οικογενειακές αγωνιστικές σου δάφνες με
περηφάνια. Θα σε κράξουμε Ιάσονα. Και οι μέσα και οι έξω. Και θα σε κράξουμε
αλύπητα, γιατί αποτελείς παράδειγμα προς αποφυγήν και γιατί εσύ και οι
σύντροφοί σου δεν είστε όλα τα άρθρα του Συντάγματος: είστε όλα τα άρθρα του
βιβλίου που γράφει τις αιτίες για το χάλι αυτής της χώρας. Μια μέρα μου Ιάσονα, όλη σου η ζωή».
(Christos Derdas- F/Β)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου