«Ανοιξη του 2015, ο τότε υπουργός Προστασίας του Πολίτη Γιάννης
Πανούσης είχε μιλήσει για «μισθωμένους μπαχαλάκηδες», επικαλούμενος πληροφορίες
και στοιχεία της Αστυνομίας. «Δεν είναι όλοι οργισμένοι νέοι», είχε πει. «Ποιος
ελέγχει τα Εξάρχεια; Τα Εξάρχεια ελέγχονται από μαφίες».
Ο κ. Πανούσης ακόμη κι όταν ήταν μέλος της κυβέρνησης του
ΣΥΡΙΖΑ δε μασούσε τα λόγια του. Τόσο, που είχες την εντύπωση ότι μιλούσε
στέλεχος της αντιπολίτευσης και όχι εν ενεργεία υπουργός. Ασκούσε κριτική
συνολικά και επί μέρους, σε στελέχη, αρθρογραφούσε για την «Αριστερά των
ανέξοδων ιδεολογημάτων και των ανούσιων τσιτάτων». Είχε εχθρούς, ενοχλούσε, δεν
ήταν λίγοι όσοι ζητούσαν επίμονα από τον πρωθυπουργό την απομάκρυνσή του.
Ανάμεσά τους και η νεολαία του ΣΥΡΙΖΑ, επιρρεπής σε ριζοσπαστικές,
αντιεξουσιαστικές, επαναστατικές αντιλήψεις.
Οι πρόσφατες αποκαλύψεις του κ.
Πανούση ότι πολιτικά στελέχη συνδεδεμένα με την τρομοκρατία απείλησαν τη ζωή
του έφερε στο φως και με ονοματεπώνυμα ό,τι μέχρι στιγμής κινείτο στην γκρίζα
ζώνη των πληροφοριών. Οι αντιδράσεις ποικίλες: από τη δήλωση του υπουργού
Δικαιοσύνης Ν. Παρασκευόπουλου ότι «κι εγώ είχα μηνύματα ανησυχητικά. Τα
υπουργεία αυτά λόγω του αντικειμένου τους είναι ευάλωτα σε τέτοια θέματα.
Αισθάνομαι ασφαλής διότι η πολιτεία μάς προστατεύει», μέχρι απαξιωτικά σχόλια πως
πρόκειται για μυθιστορηματικές επινοήσεις, κινήσεις αποπροσανατολισμού από τα
προβλήματα της χώρας με κατεύθυνση το θρίλερ.
Και, φυσικά, πως πρόκειται για
επικοινωνιακά παιχνίδια, γιατί δεν τα έλεγε όταν ήταν υπουργός, κ.ο.κ. Εν
ολίγοις, όποτε και να έρχονταν στην επιφάνεια παρόμοιες
καταγγελίες-αποκαλύψεις, ένα είναι βέβαιο: για τις προθέσεις του καταγγέλλοντος
θα υπήρχαν πάντα αντεπιχειρήματα και δεύτερες σκέψεις. Πότε θα ήθελε να πλήξει
την κυβέρνηση, πότε θα έκανε σόου για να προωθήσει ένα υπό έκδοση βιβλίο, πότε
θα εκδήλωνε την πικρία του που δεν υπουργοποιήθηκε και πάλι. Εκτός όμως από τη
δίκη προθέσεων, εκτός από τα γεγονότα και τον χρόνο που επέλεξε ο κ. Πανούσης
να τα εμφανίσει, εκτός από τα πρόσωπα που κατονομάζονται και την εμπλοκή τους,
εκτός από τη δίνη πληροφοριών και διαψεύσεων, υπάρχει κάτι που δεν αναιρείται:
μέρος του κόμματος του ΣΥΡΙΖΑ διατηρούσε και συνεχίζει να διατηρεί επαφές με
έγκλειστους τρομοκράτες.
Η διαπλοκή κράτους και παρακράτους δεν επισημαίνεται για πρώτη
φορά. Ούτε είναι άγνωστες σκοτεινές υποθέσεις, με φυλακές, μαφίες, κυκλώματα
της Αστυνομίας. Αποκαλύψεις έχουν γίνει και στο παρελθόν, επί προηγούμενων
κυβερνήσεων, όμως το κουβάρι παρέμενε αξεδιάλυτο και η «κάθαρση» ήταν λέξη
χωρίς περιεχόμενο: κάποιες παραιτήσεις, ενδεχομένως συλλήψεις –όσων δεν εξέτιαν
ήδη την ποινή τους– και σιγά σιγά το θέμα φυλλορροούσε.
Αυτήν τη φορά, όμως, ο καταγγέλλων εμφανίζεται αποφασισμένος
να μην υποχωρήσει, φέρνοντας αντιμέτωπη την κυβέρνηση με έναν γόρδιο δεσμό της:
τη διαπλοκή ορισμένων στελεχών της με την τρομοκρατία. Το πρόβλημα όμως δεν
είναι μόνο τα πρόσωπα. Είναι η ιδεολογικοποίηση της παραβατικότητας, η
αντιμετώπιση της τρομοκρατίας περίπου ως αγώνα κατά του καπιταλισμού, έστω και
με όπλα. Κι αυτό είναι το πιο επικίνδυνο. Γιατί τα πρόσωπα μπορεί να
απομακρυνθούν, οι ευθύνες να καταλογιστούν, οι ένοχοι να τιμωρηθούν. Τι θα
γίνει όμως με τη συμπάθεια με την οποία περιβάλλουν τους δήθεν
«αντιεξουσιαστές-επαναστάτες», τις αντιφάσεις ανάμεσα στη θεμιτή επιδίωξη για
αξιοπρεπή διαβίωση των κρατουμένων στις φυλακές και τη διάθεση για ατιμωρησία
των έγκλειστων τρομοκρατών; Το πιο επικίνδυνο είναι η σύγχυση καθόλου ασαφών
ορίων. Οι γκρίζες ζώνες που κατασκευάζονται θολώνοντας τα αυτονόητα».
(Άρθρο της Μ.Κατσουνάκη από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου