«Δεκαπλασιάστηκαν οι νέοι επιστήμονες που φεύγουν στο εξωτερικό, διάβασα στην εφημερίδα την περασμένη Πέμπτη. Για να το πω διαφορετικά, οι καλύτεροι εγκαταλείπουν πια τη χώρα με ρυθμό δεκαπλάσιο. Οτι πρόκειται για τους καλύτερους δεν χωρεί αμφιβολία. Κατ’ αρχάς, επειδή έχουν τα τυπικά προσόντα που τους ανοίγουν επαγγελματικές προοπτικές σε αγορές πολύ πιο ανταγωνιστικές. Επιπλέον, επειδή έχουν και τα ουσιαστικά προσόντα: την τόλμη, πρώτα απ’ όλα, αλλά και ό,τι άλλο χρειάζεται για να αφήσεις την ασφάλεια του γνώριμου και να διεκδικήσεις σε άλλους ορίζοντες την αξιοπρέπεια που πιστεύεις ότι σου αξίζει.
Βέβαια, μέσα στην κλειστοφοβία της επαρχιακής-ελληνοκεντρικής νοοτροπίας που επικρατεί στον Υπαρκτό Ελληνισμό, η αξία της τόλμης να αποχωριστείς το γνώριμο και να δοκιμάσεις το καινούργιο κάθε άλλο παρά αναγνωρίζεται. Εδώ, σε γενικές γραμμές, είτε φεύγεις για τη φάμπρικα ή το ανθρακωρυχείο στη μεταπολεμική Γερμανία είτε φεύγεις για να δουλέψεις γιατρός στο σημερινό Βερολίνο ή τραπεζικός στο Λονδίνο, για τους περισσότερους από αυτούς που μένουν είναι ένα και το αυτό: ξενιτιά, όπως την έχει τραγουδήσει ο Καζαντζίδης...
Η αναντιστοιχία ευνοεί την καλλιέργεια της συνωμοσιολογίας –μαζί με της φαιδράς πορτοκαλέας, πάντα. Ο βέρος εκπρόσωπος του εξυπνότερου λαού στον κόσμο δεν μπορεί να καταλάβει γιατί δεν μπορεί να βρει δουλειά ανάλογη της αξίας και των προσδοκιών του στον τόπο του, που είναι ο ιδανικός. Και επειδή ποτέ δεν φταίει αυτός –ούτε πολύ περισσότερο ο τόπος του όπως τον έχει κάνει–, φταίει κάποιος άλλος, στο εξωτερικό. Στην απλοϊκή σκέψη του, για την οποία λαϊκιστές πολιτικοί τον έμαθαν να είναι περήφανος και να μην ντρέπεται, το αποτέλεσμα που βιώνει ο ίδιος γίνεται αυτομάτως η ανομολόγητη πρόθεση εχθρών της Ελλάδας. Οι εχθροί θέλουν να μας διώξουν από τον τόπο μας, επειδή είναι ο ωραιότερος και πλουσιότερος του κόσμου και τον θέλουν οι ίδιοι. Τόσο απλά...
Αυτοί που φεύγουν, όμως, είναι οι καλύτεροι Ελληνες. Και επειδή ξέρω ότι ο όρος ενοχλεί σφοδρά εδώ στον Υπαρκτό Ελληνισμό, όπου η ισοπέδωση είναι το ιδεώδες της κοινωνικής οργάνωσης, δεν εννοώ ότι υπερτερούν ως εκπρόσωποι της εθνικής ταυτότητας. Τους θεωρώ καλύτερους, επειδή νομίζω ότι, αυτή την ώρα, αυτού του είδους οι άνθρωποι χρειάζονται στη χώρα. Είναι εκείνοι που έχουν την αυτοπεποίθηση να σταθούν έξω ως ίσοι προς ίσους, επειδή νοερά έχουν εικόνα του εαυτού τους μέσα στον κόσμο. Τέτοιοι άνθρωποι θα έπρεπε να μένουν και από αυτούς να ανανεώνονται οι κοινωνικές ελίτ, μέσω μηχανισμών κοινωνικής ανέλιξης με αξιοκρατικά κριτήρια. Φεύγουν, όμως. Και καλά κάνουν για τον εαυτό τους.
Ποιοι μένουν πίσω για να φτιάξουν το μέλλον της χώρας; Εδώ, σταματώ, καθαρίζω τον λαιμό και φοράω το πιο ψεύτικο χαμόγελό μου – αυτό που έχω για στιγμές απελπισίας. Επειτα, απαντώ: ο πρωθυπουργός μας... Να το τέλειο παράδειγμα μιας ολόκληρης χαμένης γενιάς. (Κόμιξ και μαρξισμός, θαυμάστε τώρα τα αποτελέσματα...)
(Απόσπασμα άρθρου του Σ.Κασιμάτη από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)
(του Ηλία Μακρή από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου