Τα δημοσιεύματα επιβεβαιώνουν την απραξία. Μεταφέρουμε μια εισαγωγή ρεπορτάζ όπου καθείς μπορεί να αλλάξει ημερομηνίες και αριθμούς: Σύμφωνα με εγκύκλιο, έως τις τόσο του μηνός (όταν ο μήνας θα έχει εννιά), θα πρέπει τόσα υπουργεία να ενημερώσουν το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης (ή τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης ή τον Πρωθυπουργό) για την πορεία υλοποίησης καταργήσεων ή συγχωνεύσεων υπηρεσιών και φορέων τους.
Για την απομάκρυνση ανθρώπων από μόνιμες δουλειές μπορεί να υπάρχουν διαφορετικές τοποθετήσεις και, μάλιστα, καθεμιά να έχει τη λογική της. Να απολυθούν οι κλέφτες, να απολυθούν όσοι διορίστηκαν άνευ διαγωνισμού, ενώ ο νόμος το προέβλεπε, να απολυθούν όσοι δεν παράγουν έργο. Και ο αντίλογος. Να μην απολυθούν χωρίς αμετάκλητη δικαστική απόφαση, να μην απολυθούν εφόσον το πολιτικό σύστημα τους χρησιμοποίησε για να επιβιώσει, να μην απολυθούν, αλλά να τεθούν νέοι στόχοι παραγωγικότητας.
Αυτά μπορούν να συζητιούνται εις το διηνεκές. Αλλά αναδεικνύεται ένα πρόβλημα διακυβέρνησης όταν φαίνεται να έχουν ληφθεί αποφάσεις, όταν γίνονται ανακοινώσεις και κατόπιν διαπιστώνεται ότι δεν υλοποιούνται οι δεσμεύσεις. Εκεί, λοιπόν, εντοπίζεται το πρόβλημα, στην αδυναμία εκτέλεσης, ή μήπως υπάρχει κάτι άλλο, ας πούμε μια πονηριά της τρικομματικής κυβέρνησης; Η επιλογή να απευθύνονται σε δύο ακροατήρια, εξωτερικού και εσωτερικού.
Διαφαίνεται ένας φόβος της κυβέρνησης που μάλλον δεν σχετίζεται με τον αριθμό εκείνων που θα απομακρυνθούν από τον δημόσιο τομέα. Ενας φόβος που σχετίζεται με τη συνέχιση του έργου από όσους θα υπηρετούν μελλοντικά το κράτος. Και δεν μιλάμε για την απαξίωση, όπως αυτή προκύπτει, ας πούμε, από τη λειτουργία των πανεπιστημίων, που κάθε τόσο κατεβάζουν τα ρολά. Υπάρχει ο φόβος ότι, συν τω χρόνω, με τη μείωση αποδοχών και τη μείωση του προσωπικού, όσοι παραμείνουν στη θέση τους θα κατεβάσουν τα μολύβια. Λένε ότι το κράτος είναι παράλυτο. Η μεγαλύτερη πίεση στους δημοσίους υπαλλήλους ενδέχεται να το οδηγήσει σε κώμα.
Σε αυτό το πλαίσιο είναι πολύ εξυπηρετική η θέση του κ. Μανιτάκη και γενικώς της Δημοκρατικής Αριστεράς. Πήραν τον ρόλο των ανταρτών βουλευτών που επί μνημονίων έλεγαν ότι θα φύγουν από το κόμμα, έκαναν επαναστατικές δηλώσεις, απασχολούσαν τα μέσα ενημέρωσης με τα διλήμματα και την επιθετικότητά τους. Μια επιθετικότητα απέναντι στο σύστημα το οποίο στήριζαν. Θυμόμαστε τις απειλές ότι θα αποχωρήσουν από την έδρα, από το υπουργείο, κατόπιν μάζευαν λίγο τις δηλώσεις και ψήφιζαν τα νομοσχέδια με μικρές ενστάσεις, άντε σε κανένα άρθρο να δήλωναν «παρών» ή «με επιφύλαξη».
Κάθε φορά που προκύπτει μια διαφωνία για τον αριθμό των φορέων οι οποίοι θα καταργηθούν και των δημοσίων υπαλλήλων που θα απολυθούν, διαχέεται η εντύπωση πως υπάρχει κέρδος χρόνου. Κερδίζεται λίγος χρόνος από εδώ, λίγος χρόνος από εκεί. Με την πρόσθεση, παραδόξως, προκύπτει χάσιμο χρόνου, προκύπτει η διοικητική μεταρρύθμιση που δεν έγινε. Εδραιώνονται, όμως, άλλα: η ανασφάλεια, η αδυναμία να γίνουν ατομικά σχέδια, η αναβλητικότητα. Και τα επακόλουθα: κακή ψυχολογία, που οδηγεί σε χαμηλή παραγωγικότητα.
Για μία ακόμη φορά, ελήφθησαν αποφάσεις σχετικά με τον δημόσιο τομέα. Σωστές ή λαθεμένες, δεν λαμβάνονται σοβαρά υπόψη, καθώς υπάρχει ιστορικό πανομοιότυπων ανακοινώσεων που έμειναν στα χαρτιά. Οι δημόσιοι υπάλληλοι σίγουρα δεν είναι ευχαριστημένοι από την ασάφεια. Μήπως, όμως, είναι οι δανειστές; Ερχεται η τρόικα, φεύγει η τρόικα, τα ίδια ζητήματα, οι ίδιες ενστάσεις, που καταλήγουν στις ίδιες δεσμεύσεις και ξανά από την αρχή. Σαν να μην κυβερνούν, αλλά να παίζουν το «φιδάκι».
*'Αρθρο της Λώρης Κέζα, δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 14 Απριλίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου